Κατηγορίες

Socos - Δημήτρης Πουλικάκος

Posted: Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010 by rimsy in Ετικέτες , , ,
0



Σουρεαλισταί εξ αίματος.



Ουδείς λόγος ανησυχίας. Ο Έλλην πυροτεχνουργός βρίσκεται μεταξύ φίλων, ανθρώπων εμπιστοσύνης. Αφορμή αυτής της συνέντευξης είναι το άλμπουμ Η Ύδρα Των Πουλιών, όπου ο γνωστός και μη εξαιρετέος Δημήτρης Πουλικάκος ερμηνεύει μια σειρά τραγούδια τα οποία ο εξαιρετικός –αλλά δυστυχώς… εξαιρετέος ως προς την αναγνωρισιμότητά του, η οποία είναι αντίστροφη της αξίας του– Έλληνας ροκ μουσικός και συνθέτης Socos έντυσε μουσικά κάποια ποιήματα του κορυφαίου Έλληνα σουρεαλιστή ποιητή και ζωγράφου Νίκου Εγγονόπουλου. Κάθε άλλο σχόλιο περιττό, ακριβώς για να προχωρήσετε αμέσως στην αληθινά απολαυστική από πάσης πλευράς συζήτηση που είχαμε με τους δύο εν ζωή εκ των τριών συντελεστών του δίσκου.

Ποιες δυσκολίες παρουσιάζει η μελοποίηση ελεύθερης (άνευ μέτρου και ομοιοκαταληξίας) ποίησης και, ακόμα περισσότερο, όταν πρόκειται για την τόσο ελεύθερη και υπερρεαλιστική γραφή τού Εγγονόπουλου;

Socos: Αναφέρεσαι σε μέτρα και σταθμά των οποίων ο χαρακτηρισμός βασίζεται πάντα σε αυστηρά υποκειμενικές κρίσεις. Σίγουρα, σε πρώτη ανάγνωση, τα ποιήματα του Εγγονόπουλου σού δημιουργούν την εντύπωση της απουσίας μέτρου• αν όμως πάρεις μια κιθάρα στα χέρια σου και αρχίσεις να παίζεις με τα κείμενα, θα ανακαλύψεις ότι σου προσφέρονται άπειρες δυνατές παραλλαγές. Το μέτρο λοιπόν είναι εκεί. Τώρα, όσον αφορά την ομοιοκαταληξία, πάντα προτιμούσα την απουσία της από την εύκολη παρουσία της.

Και οι προηγούμενοι δίσκοι σου δεν ήταν εύκολο να ενταχθούν σε ένα δεδομένο μουσικό είδος, αλλά εδώ αυτό συμβαίνει σε υπερθετικό βαθμό. Εκκινείς από το ροκ και φτάνεις σε σχεδόν ατονικές περιοχές. Χωρίς να διυλίζουμε τον κώνωπα, θα έλεγες ότι το άλμπουμ αυτό ανήκει σε ένα από τα αναρίθμητα πλέον παρακλάδια του σύγχρονου ροκ, με όλη την ευρύτητα που έχει πλέον αυτός ο όρος, ή ότι πρέπει απλά να τον αντιμετωπίσουμε ως σύγχρονη και αρκούντως πρωτοποριακή μουσική;

Socos: Πρώτα από όλα, τα παρακλάδια δεν είναι και τόσα πολλά. Στην πραγματικότητα είναι τόσα όσα χρειάζονται για να στηρίξουν την ύπαρξη μιας ολοκληρωμένης subculture με όλα τα απαραίτητα στοιχεία της. Μια βόλτα στην πόλη θα σου φανερώσει ότι υπάρχουν πάνκηδες, γκοθάδες, δυο-τρεις εκδοχές από μέταλλα και νεοχίπηδες. Όλα τα άλλα είναι κατασκευάσματα των εταιρειών, για να χαρακτηρίζονται τα ράφια στα δισκάδικα. Η μουσική είναι μία, αυτή με τις επτά νότες. Απολαμβάνω να αφήνομαι απόλυτα ελεύθερος να εκφραστώ με όσα με συγκινούν από αυτά που ακούω. Δεν έχω καθόλου στεγανά, αρκεί να νιώθω ότι το αποτέλεσμα είναι ειλικρινές. Αυτό ισχύει και για ό,τι φτάνει στα αυτιά μου και για ό,τι βγαίνει από το κεφάλι μου.

Ο Δημήτρης Πουλικάκος ήταν η πρώτη σου επιλογή για την ερμηνεία από τη στιγμή ήδη που έγραφες αυτό το έργο;

Socos: Στο τελευταίο άλμπουμ μου, με τους Live Project Band, υπάρχει το κομμάτι 67 Fireworks, το οποίο, όταν το έστηνα, το άκουγα μέσα στο κεφάλι μου με τη φωνή του Δημήτρη. Έπειτα από τις κατάλληλες επαφές, το ανάλογο –και από τις δυο πλευρές– face control και ένα χρόνο καφέ, τσιγάρο και κουβέντα, τελικά καταφέραμε να βρεθούμε στο στούντιο και να το γράψουμε. Κάπου μέσα στη διαδρομή δημιουργήθηκε έδαφος κατάλληλο και για άλλα πράγματα και, σε συνδυασμό με το πόσο ευχαριστημένοι ήμασταν με το αποτέλεσμα της πρώτης μας επαφής, έθεσα την πρόταση στον Δημήτρη για ένα ολόκληρο άλμπουμ βασισμένο στη φωνή του. Η επιλογή του Εγγονόπουλου ως πηγή των στίχων ήταν του Δημήτρη.

Δημήτρη, πολλοί γνωρίζουν την πορεία σου στη μουσική, ακόμα και αυτή ως ηθοποιού, αλλά όχι και τόσοι –νομίζω– για τη σχέση σου με τον δεύτερο χρονολογικά κύκλο των Ελλήνων σουρεαλιστών, το περιοδικό Πάλι και ανθρώπους όπως τον Νάνο Βαλαωρίτη και τον Πάνο Κουτρουμπούση.

Δ.Π.: Το 1960, όταν μόλις είχα τελειώσει το σχολείο, κάποιο βράδυ στο καφενείο Βυζάντιο –ένα παλαιό καφενείο που δεν υπάρχει πια και ήταν κάτι σαν ελεύθερο πανεπιστήμιο για την τότε Αθήνα– γνωρίστηκα με τον Δημήτρη Πολύτιμο, στου οποίου την παρέα βρισκόταν και ο Κουτρουμπούσης. Με τον Πάνο κολλήσαμε για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα, έχοντας κοινά ενδιαφέροντα: τη λογοτεχνία, τη μουσική και άλλα διάφορα. Αφού κάναμε μαζί το πρώτο happening στην Πλάκα, σκεφτήκαμε μπας και βγάζαμε ένα περιοδικό που να εκφράζει κατά κάποιο τρόπο τις ιδέες μας. To cut a long story short, γεννήθηκε το Πάλι, σουρεαλιστικού και beat ως επί το πλείστον περιεχομένου, του οποίου η ομάδα έκδοσης αποτελείτο από τον Παναγιώτη Κουτρουμπούση, εμένα, και τους Nάνο Βαλαωρίτη, Γιώργο Mακρή, Τάσο Δενέγρη, Μαντώ Aραβαντινού και Κώστα Tαχτσή, κατά πρώτο λόγο, συνεπικουρούμενους από τους Ανδρέα Εμπειρίκο και Νικόλαο Εγγονόπουλο.

Τι σήμαινε προσωπικά για εσένα η ποίηση του Εγγονόπουλου πριν από αυτή τη δουλειά;

Δ.Π.: Και πριν και κατά τη διάρκεια και μετά από αυτή τη δουλειά η ποίηση του Εγγονόπουλου σημαίνει για εμένα πράγματα που δεν μπορώ να τα εκφράσω εύκολα. Πόσω μάλλον στην περιορισμένη έκταση της απάντησης μιας ερώτησης σε μια συνέντευξη.

Όλοι αναφερόμαστε –και απολύτως δικαιολογημένα– σε εσένα ως τον πατέρα, ίσως ακόμα και τον παππού –αν δεν σε ενοχλεί αυτή η λέξη– του ελληνικού ροκ• από την άλλη όμως στην προσωπική σου διαδρομή, έπειτα από τους Εξαδάκτυλος, υπάρχει μόνο ένας δίσκος-ορόσημο και ελάχιστοι άλλοι, που όμως ήταν λάιβ ή ελαφρώς διεκπεραιωτικές υποθέσεις. Δεν νομίζω ότι σου έλειψαν ποτέ η έμπνευση αλλά και γενικότερα οι ιδέες• οπότε, γιατί συνέβη αυτό, Μήτσο;

Δ.Π.: Για εμένα δεν υπάρχουν διεκπεραιωτικές υποθέσεις. Ό,τι κάνω, απ’ το πιο σημαντικό ως το πιο ασήμαντο, αν όντως υπάρχουν αυτές οι έννοιες, εφόσον αποφασίζω να το κάνω, γίνεται με την ψυχή μου, ειδεμή (για εμένα πάντα) δεν έχει νόημα. Η μουσική για εμένα είναι μία και δεν έχει χρονικά όρια, ούτε προς τα εμπρός ούτε προς τα πίσω. Κατά τα άλλα• τόπο στα νιάτα! Διότι, κακά τα ψέματα, όσο καλά και ζωντανός να αισθάνεται κανείς στα εξήντα και στα εβδομήντα του, δεν μπορεί να παίζει το ρόλο του εικοσάρη ή του τριαντάρη. Θα ήταν γελοίο, άλλωστε…Για να τελειώνω, έχω ένα αρκετά μεγάλο όγκο υλικού με κομμάτια διάφορων ειδών και εποχών, από απλές μελωδίες μέχρι πειραματικά πράγματα. Σίγουρα θα μου άρεσε να βγάζω (και να είχα βγάλει) έναν –αν όχι και παραπάνω– δίσκο το χρόνο τα τελευταία είκοσι-τριάντα χρόνια. Το κακό(;) είναι πως υπάρχει μεγάλη απόσταση από τη στιγμή που τα σκέφτηκα και τα έχω ακούσει μέσα στο κεφάλι μου, μέχρι τη διαδικασία να βρεθούν άκρες, κατάλληλοι μουσικοί, συνθήκες οικονομικές και άλλες, που είναι πάντα απαιτητικές και σε χρόνο και σε χρήμα, ώστε να πραγματοποιηθούν αυτά που ακούω στο μυαλό μου, έτσι όπως τα ακούω εγώ, και για να τ’ ακούσουν και άλλοι με τον ίδιο τρόπο. Και επειδή και ο χαρακτήρας μου είναι… κάπως (μια κάποια αναβλητικότητα, μια κάποια έλλειψη ματαιοδοξιών κ.ά.) τι να πω; Κάποια στιγμή με ικανοποιεί το γεγονός ότι τα σκέφτηκα και τα άκουσα, έτσι, η υπόλοιπη διαδικασία μού φαίνεται κάπως διεκπεραιωτική, ίσως. Δεν ξέρω, πάρτε το όπως θέλετε… Αυτός είμαι, πάντως. Σας φιλώ, Μήτσος.









ΠΗΓΗ: http://www.difono.gr/news/index.php?mact=News,cntnt01,detail,0&cntnt01articleid=2079&cntnt01origid=15&cntnt01returnid=85

0 σχόλια: